Παρασκευή 1 Ιουλίου 2016

Συνέντευξη με τη συγγραφέα Αφροδίτη Μανουσάκη

Β.Τ. Πότε ξεκίνησες να γράφεις και ποιο ήταν το έναυσμα;
Α.Μ. Ξεκίνησα να γράφω πριν από περίπου πέντε χρόνια, όταν βρέθηκα για μεγάλο χρονικό διάστημα σε ένα πολύ δύσκολο χώρο για να μπορέσει κανείς να κάνει κάτι δημιουργικό. Βρέθηκα σε ένα κέντρο αποκατάστασης φροντίζοντας έναν δικό μου άνθρωπο. Έπρεπε, λοιπόν, να βρω κάτι για να γεμίσω δημιουργικά τον χρόνο μου και πιστεύω ότι τελικά μέσα από την συγγραφή, βρήκα το πιο ωραίο κομμάτι του εαυτού μου.
Β.Τ. Πώς βρίσκεις τις ιδέες σου; Από πού αντλείς την έμπνευσή σου;
Υπάρχει κάποιο μέρος ή αντικείμενο ή τραγούδι ή όλα αυτά μαζί, που πυροδοτεί την έμπνευση σου για συγγραφή;
Α.Μ. Η πηγή έμπνευσης δεν
είναι εύκολο να οριστεί. Λειτουργεί εντελώς διαφορετικά για τον καθένα. Σε κάθε άνθρωπο υπάρχουν άλλα κίνητρα, κυρίως εσωτερικά, που τον ωθούν  να ξεκινήσει την συγγραφή μιας ιστορίας. Στην δική μου περίπτωση ήταν η ανάγκη μου να κατανοήσω τους ανθρώπους γύρω μου. Όπως όλοι μας, έχουμε προσπαθήσει άπειρες φορές να κατανοήσουμε τι είναι αυτό που κάνει τους άλλους να βλέπουν την ζωή με άλλα μάτια και να δρουν πολλές φορές με έναν πολύ διαφορετικό τρόπο από εμάς, εκπλήσσοντάς μας με τις ιδιαίτερες επιλογές τους.
Με την μυθοπλασία, νιώθω ότι μπορώ να δημιουργήσω έναν κόσμο με πολλά διαφορετικά πλάσματα και μέσα από αυτά να αφουγκραστώ καλύτερα την ανθρώπινη φύση και τις ανθρώπινες σχέσεις. Όταν με προβληματίζει πολύ κάτι από αυτά που αφορούν την σχέση με τον εαυτό μας ή την σχέση με τους άλλους ανθρώπους, τότε, δίχως να το καταλάβω, ξυπνάει η ιδέα για ένα μυθιστόρημα που θα μπορούσε να μου δώσει όλες τις απαντήσεις που ζητώ.
Β.Τ. Η πρώτη σου συγγραφική δουλειά έχει αφετηρία το βιβλίο "Αν δεν πετάξεις, θα χαθείς", το οποίο απέσπασε το Α' βραβείο αισθηματικού μυθιστορήματος στα "Σικελιανά" το 2014 και διακρίθηκε και στην "Ασημένια σελίδα" το 2015, λαμβάνοντας το Γ' βραβείο.
Θα ήθελες να μας πεις λίγα λόγια για το βιβλίο σου και την ιστορία που αφηγείται;
Α.Μ. Μιλάει για την πορεία της ωρίμανσης μιας νεαρής κοπέλας μέσα από τα προβλήματά της. Τα γεγονότα μοιάζουν με ντόμινο, όταν γκρεμίζονται σταδιακά τα τείχη που έχει χτίσει για να προστατευθεί από τις κακοτοπιές.  Όταν η βασική ηρωίδα χάνει όλα όσα τις έδιναν την ψευδαίσθηση της ασφάλειας, όπως είναι οι επαγγελματικές δυνατότητες, η επαγγελματική καταξίωση και η οικονομική άνεση, ανακαλύπτει ότι τίποτα από αυτά δεν ήταν σε θέση να της παρέχει την ασφάλεια που επιθυμούσε στην ζωή της. Αυτό που θα την βγάλει πραγματικά «παλικάρι» δεν είναι όσα είχε καταφέρει να χτίσει, αλλά η ικανότητα της να προσαρμόζεται σε νέες καταστάσεις και να εκτιμάει σωστά τους ανθρώπους γύρω της.
Πολλές φορές στην ζωή μας ανατρέπονται όλα και χρειάζεται να «ξανακτίσουμε» τα πάντα από την αρχή. Αυτό δεν είναι απαραίτητα κακό, ούτε τόσο άσχημο όσο αρχικά φαίνεται. Εάν γίνει, αφότου έχουμε αποκτήσει μεγαλύτερη γνώση για τον εαυτό μας, τότε μπορεί να μας ωφελήσει περισσότερο αυτή η αλλαγή πορείας.
Β.Τ. Η κεντρική ηρωίδα του βιβλίου σου, η Μυρτώ, είναι ένα κορίτσι που πέρασε πολλές δύσκολες καταστάσεις στη ζωή της, με αποτέλεσμα να "κλειδωθεί" και να μην ανοίγεται ούτε σε ανθρώπους ούτε σε καταστάσεις, αποφεύγοντας το ρίσκο...ζώντας με τα πρέπει και όχι με τα θέλω... Μέχρι κάποια στιγμή που το ρίσκο και η έξοδος της ήταν η μόνη επιλογή στη δική της "Άνοιξη".
Αφροδίτη, πόσο υφίσταται αυτό στην εποχή που ζούμε; στην πραγματική ζωή, υπάρχουν άτομα σαν τη Μυρτώ; που απομακρύνουν τα "θέλω" τους και ακολουθούν τα "πρέπει" τους; μέχρι μια οριακή στιγμή που θα επαναστατήσουν;
Α.Μ. Πολλές φορές προσπάθησα να καταλάβω, πόσα «πρέπει» οφείλουμε να ακολουθούμε και πόσα «θέλω» να διεκδικούμε στην ζωή μας και κατέληξα στο συμπέρασμα ότι το ένα άκρο μπορεί να οδηγήσει στην παραίτηση από την ζωή και το άλλο στην αλαζονεία. Σημαντικό είναι να χρησιμοποιούμε την κρίση μας σωστά, ώστε να βάζουμε μόνοι μας τα όριά μας και να βρίσκουμε τις ισορροπίες. Να γνωρίζουμε τι πραγματικά «θέλουμε» και να το διεκδικούμε και σε πόσα «πρέπει» είμαστε διατεθειμένοι να υπακούσουμε σεβόμενοι τους συνανθρώπους μας.
Η Μυρτώ «θέλει» να νιώσει ασφαλής και πείθεται ότι «πρέπει» να ακολουθήσει ένα και μόνο δρόμο. Να οργανώσει σωστά και πειθαρχημένα την ζωή της. Αυτή είναι μια πεποίθηση που πολύ συχνά έχουμε όλοι μας κι ως ένα βαθμό ισχύει. Το σημαντικό είναι να μαθαίνουμε από τις κακοτοπιές και να επαναπροσδιοριζόμαστε, να βρίσκουμε δηλαδή τι πραγματικά «θέλουμε» και τι «πρέπει» να κάνουμε για αυτό.

Β.Τ. Ποιο είδος λογοτεχνίας σου αρέσει περισσότερο; διήγημα, νουβέλα ή μυθιστόρημα; και ποιο είδος μυθιστορήματος, αισθηματικό, ιστορικό, τρόμου η φαντασίας;
Α.Μ. Το διήγημα είναι μια στιγμή στην ζωή των ηρώων, η νουβέλα μοιάζει με ένα γεγονός, ενώ ένα μυθιστόρημα είναι ένας κόσμος ολόκληρος.  Μυθιστορήματα είναι η πρώτη απάντηση.
Περισσότερο μου αρέσουν τα αισθηματικά, κοινωνικά και αστυνομικά, εστιάζοντας περισσότερο στον τρόπο που ένας συγγραφέας σκιαγραφεί τους χαρακτήρες και τις μεταξύ τους σχέσεις.

Β.Τ. Φημολογείται πως σχεδόν σε κανέναν συγγραφέα δεν αρέσουν αυτά που ο ίδιος γράφει. Ποια είναι η άποψή σου γι’ αυτό;
Α.Μ. Αλήθεια; Νόμιζα ότι αυτό συνέβαινε μονάχα σε εμένα! Πραγματικά, πιστεύω ότι κάτι τέτοιο είναι απόλυτα υγιές, όσο και να ακούγεται παράδοξο. Όταν αγαπάς πολύ αυτό που κάνεις, απλά θέλεις να το κάνεις κάθε φορά καλύτερο. Κάθε φορά που το διαβάζεις, λοιπόν, νιώθεις ότι κάτι του λείπει. Όπως ακριβώς συμβαίνει με τους γονείς, οι οποίοι έχουν πάντα περισσότερες απαιτήσεις από τα δικά τους παιδιά.
Κάθε άλλη αντίδραση, κυρίως εάν είναι ακραία, θα ήταν απλά ανόητη. Ο ναρκισσισμός σε οποιοδήποτε τομέα, δεν μας αφήνει να δούμε τα λάθη μας, να βελτιωθούμε και να πάμε μπροστά.

Β.Τ. Σαν δημιουργός παθαίνεις ποτέ συγγραφική αφλογιστία και σαν αναγνώστης αναγνωστική ύφεση; Κι αν «ναι», πώς τα ξεπερνάς;
Α.Μ. Όλα τα παθαίνουμε, όλοι μας. Δεν είμαστε μηχανές. Υπάρχει κι η προσωπική ζωή, οι άνθρωποί μας, τα όνειρά μας. Κάποιες φορές, λοιπόν, αυτά ζητούν περισσότερο χώρο στην ζωή μας και τότε πρέπει να τον παραχωρούμε απλόχερα. Δεν πρέπει να κάνουμε τίποτα για να τα καταπνίξουμε. Η συγγραφή και η ανάγνωση δεν είναι αυτοσκοπός, είναι απόλαυση!

Β.Τ. Σε ενδιαφέρει η επικοινωνία με τους αναγνώστες σου ή ενδεχομένως και η γνώμη τους;
Α.Μ. Φυσικά. Όταν αναζητάς απαντήσεις στην ζωή μέσα από την λογοτεχνία το να μιλάς μονάχος σου δεν ωφελεί.  Βλέποντας το από την μεριά του αναγνώστη, επειδή δεν ζω σε μια μεγάλη πόλη όπως η Αθήνα, ώστε να μπορώ γνωρίσω και άλλους συγγραφείς, μου αρέσει να διαβάζω βιβλία τους που μιλούν κυρίως για την δική τους σχέση με την λογοτεχνία. Έτσι τους γνωρίζω καλύτερα και κατανοώ καλύτερα τα μυθιστορήματά τους. Η επικοινωνία πάντα ωφελεί από όποια μεριά και να την δεις.
Είναι ωραίο να χορεύεις μόνος σου, αλλά με παρέα το απολαμβάνεις καλύτερα.

Β.Τ. Μέσα από το βιβλίο σου, υπάρχουν κάποια μηνύματα που επιδιώκεις να 'περάσεις' στους αναγνώστες σου και σε ποιό είδος αναγνωστικού κοινού, συνήθως, απευθύνεσαι μέσα από το έργο σου;
Α.Μ. «Δεν είμαστε αυτό που μας συμβαίνει, αλλά αυτό που κάνουμε με ότι μας συμβαίνει.»  (μέσα από το «Αν δεν πετάξεις, θα χαθείς»)
Πιστεύω ότι ο άνθρωπος που αφήνει να τον χαρακτηρίζουν τα γεγονότα στην ζωή του, δηλαδή όλα όσα τυχαία του συνέβησαν, είναι ένας άνθρωπος δίχως αξία, δίχως ενδιαφέρον.  Η διαφορά μεταξύ του ανθρώπου που δέχεται στην ζωή του κάτι παθητικά και κάποιου άλλου που αντιδρά ενεργητικά, πιστεύω ότι είναι αυτό που μας χαρακτηρίζει και μας δίνει αξία. Δεν είναι τυχαίο που μέσα σε ένα μυθιστόρημα χρησιμοποιούμε την λέξη «ήρωας» και όχι την λέξη «θύμα», παρόλο που συνηθίζεται να συμβαίνουν πολλά δεινά στα κεντρικά πρόσωπα. Εάν δεν αντιδρούσαν σε ότι τους συμβαίνει, δεν θα είχαν κανένα απολύτως ενδιαφέρον και θα ήσαν απλά αξιολύπητοι.
Δεν απευθύνομαι σε συγκεκριμένο αναγνωστικό κοινό. Σαν αναγνώστρια προτιμώ τα βιβλία που με προβληματίζουν και με βάζουν σε δημιουργικές σκέψεις. Ίσως και αυτά που συγκινούν τόσο ώστε τελειώνοντάς τα, να «κουβαλάω» μαζί μου για αρκετές μέρες τους ήρωες τους. Πιστεύω ότι το ίδιο θα ήθελα να καταφέρνω και με τα δικά μου μυθιστορήματα.

Β.Τ. Πιστεύεις στη συλλογική συγγραφή; και στην παράλληλη λογοτεχνία;
Α.Μ. Κάθε μορφή λογοτεχνίας έχει τον δικό της στόχο. Όταν αυτός ο στόχος επιτυγχάνεται με αγάπη και σεβασμό προς τον αναγνώστη και την λογοτεχνία, τότε δεν έχω τίποτα να πω. Κάθε τι καινούριο που δοκιμάζουμε μας αφήνει εμπειρίες και γνώσεις,  που μπορούν έμμεσα να μας ωφελήσουν .
Πριν μερικούς μήνες, 9 άτομα άγνωστα μεταξύ μας τότε,  συγγραφείς και μη, αποφασίσαμε να γράψουμε μαζί μια ιστορία, επικοινωνώντας μέσα από το διαδίκτυο. Γράφαμε δύο σελίδες ο καθένας και μετά στέλναμε το κείμενο στον επόμενο. Το κείμενο πέρασε από τα χέρια του καθενός μας από δύο φορές. Ήμασταν και οι 9 τόσο διαφορετικοί μεταξύ μας, που αυτή ήταν μια μοναδική εμπειρία. Το αποτέλεσμα ήταν ένα περίεργο κι ανομοιόμορφο πάζλ, το οποίο θα παραξένευε κάθε αναγνώστη. Για εμάς, όμως, που συμμετείχαμε ήταν ένα πολύ ενδιαφέρον πείραμα. Μάθαμε ο ένας από τον άλλο και όσο για εμένα, μπορώ να πω ότι οι ήρωες μου έγιναν πολύ πιο τολμηροί εφεξής.

Β.Τ. Τι σου αρέσει να κάνεις όταν δεν γράφεις ή δεν διαβάζεις στον ελεύθερο χρόνο σου;
Α.Μ. Να βρίσκομαι με τους δικούς μου ανθρώπους.

Β.Τ. Ποιο είναι το πρόγραμμα που ακολουθείς όταν γράφεις  και σε πόσο χρονικό διάστημα; ποιος σε βοηθάει περισσότερο και με ποιον τρόπο κατά την διάρκεια της συγγραφής;
Παίρνει διαφορετική διάσταση η καθημερινότητά σου όσο διαρκεί η συγγραφή ενός βιβλίου; Οι ήρωές σου εμπεριέχουν κάτι από σένα; από τον εαυτό σου;
Α.Μ. Δεν υπάρχει πρόγραμμα. Για αρκετές μέρες μπορεί να με τυραννάει μια ιδέα. Την αφήνω να ωριμάσει. Όταν νιώθω ότι κινδυνεύω να την χάσω, επειδή έχω μαζέψει πολλές πληροφορίες κατά νου, τότε αρχίζω να γράφω.  Δεν πιέζω τον χρόνο. Ξέρω ότι άμα ξεκινήσει, θα ψάξει να βρει το τέλος της, δεν θα με αφήσει ήσυχη.
Η καθημερινότητα αλλάζει, βέβαια. «Κουβαλάω» όλη την ημέρα μαζί μου τους ήρωες κυρίως σε όλα αυτά που κάνω καθημερινά, εντελώς μηχανικά. Γίνομαι πολύ αφηρημένη.
Όλοι οι ήρωες, βέβαια, εμπεριέχουν κάτι από εμένα. Είναι λογικό αυτό, αφού όλοι τους είναι οι άνθρωποι που βλέπω από την δική μου οπτική γωνία.
Β.Τ.Πόσο Μυρτώ είναι η Αφροδίτη;
Α.Μ. Το «Αν δεν πετάξεις, θα χαθείς» είναι μια ιστορία εντελώς φανταστική που, ωστόσο, κάθε φορά που την προσεγγίζω από την αρχή, νιώθω όλο και περισσότερο ότι μου «κλέβει» έμμεσα πολλά αυτοβιογραφικά στοιχεία.
Δεν είμαι, φυσικά, τόσο πειθαρχημένη όσο είναι εκείνη, αλλά κι εγώ ακολούθησα στην ζωή μου μια πορεία που θεώρησα μονόδρομο για να πάνε όλα καλά στην ζωή μου. Όταν έχασα κι εγώ σταδιακά πολλά από αυτά που μου έδιναν την ψευδαίσθηση ασφάλειας, κατάλαβα ότι το σημαντικότερο είναι να μπορείς να εκτιμάς σωστά μια κατάσταση, όσο δύσκολη και να είναι, να επαναπροσδιορίζεσαι, να προσαρμόζεσαι στις νέες καταστάσεις και να βάζεις νέους στόχους. Δεν ωφελεί να οχυρώνεσαι πίσω από όσα έχεις κτίσει, εάν δεν σε προστατεύουν και δεν σου προσφέρουν αυτά που ζητάς, επειδή φοβάσαι να παραδεχτείς ότι ίσως είναι άχρηστα και ο κόπος σου να τα αποκτήσεις  πήγε χαμένος. Τίποτα τελικά δεν πάει χαμένο. Όλα όσα ζήσαμε, μας οδηγούν παρακάτω, λίγο πιο σοφούς πάντα.
Η δική μου πεταλούδα, που έπρεπε να πετάξει πριν χαθεί, ήταν η συγγραφή.

Β.Τ. Ποιο είναι το ελάττωμα και προτέρημα σου το οποίο ενδέχεται να σε βοηθάει η να σε εμποδίζει κατά την διάρκεια της συγγραφής;
Α.Μ. Δεν ξέρω…

Β.Τ. Τι σου αρέσει περισσότερο στη συγγραφή; και ποιο πιστεύεις πως είναι το δυσκολότερο σημείο της συγγραφής; πιστεύεις πως υπάρχουν συστατικά επιτυχίας μιας ιστορίας;
Α.Μ. Στην συγγραφή μου αρέσει περισσότερο το πρώτο, το δημιουργικό κομμάτι. Όταν, δε, οι ήρωες ζωντανεύουν και δεν με υπακούν πια, τότε δεν ξέρω που θα οδηγηθεί η ιστορία. Η ιστορία της Μυρτώς δεν ήταν να τελειώσει έτσι. Όμως κάπου στην πορεία την πόνεσα, την κατανόησα και άκουσα την φωνή της.  Δύσκολο βρίσκω το κομμάτι της πρώτης επιμέλειας, αυτής που γίνεται δηλαδή από τον συγγραφέα. Όταν τελειώσω το κείμενο, τότε το διαβάζω πολλές φορές μέχρι να βεβαιωθώ ότι όλα έχουν γραφτεί σωστά και δένουν αρμονικά.  Συστατικά της επιτυχίας βρίσκει ο καθένας μόνος του, επειδή κάθε συγγραφέας έχει διαφορετικούς στόχους. Πάνω από όλα είναι η δουλειά για αυτό που αγαπάς και η προσπάθεια.

Β.Τ. Πόσο απέχει η αλήθεια από το ψέμα; Η τέχνη από τη ζωή; Ο έσω εαυτός από τον έξω;
Α.Μ. Ωραία ερωτήματα! Δεν τα έχω απαντήσει ακόμη. Να μια ωραία ιδέα λοιπόν. Ώρα να γράψω ένα ακόμη μυθιστόρημα που θα απαντάει σε αυτά τα ερωτήματα.

Β.Τ. Ποιο βιβλίο διαβάζεις αυτόν τον καιρό; Είσαι αργή η γρήγορη αναγνώστρια;
Α.Μ. Αυτόν τον καιρό διαβάζω το Ανκόρ, της Πέλας Σουλτάτου. Μοιάζει να μην έχει πλοκή, όπως την γνωρίζουμε στα συνηθισμένα μυθιστορήματα. Είναι πολύ διαφορετικό.  Ωστόσο, ο τρόπος που περιγράφει τους ανθρώπους και τα πάθη τους είναι μοναδικός. Έχει έναν πολύ ιδιαίτερο τρόπο γραφής, τόσο γλαφυρό που ζωντανεύει εικόνα και συναισθήματα μαζί. Δεν φοβάται τις λέξεις. Νομίζω ότι το συγκεκριμένο δεν το διαβάζω, αλλά το μελετώ, καθώς θαυμάζω τον τρόπο που βλέπει τους ανθρώπους πίσω από το γεγονός.
Μου αρέσουν περισσότερο τα βιβλία γνώσεων, κυρίως τα δοκίμια. Αυτά διαβάζονται αργά,  ίσως γιατί διαβάζονται και περισσότερο από μια φορές. Τα μυθιστορήματα όμως λογικό είναι να φεύγουν πολύ πιο γρήγορα. Με μεγάλη διαφορά θα έλεγα,  όσα έχω διαβάσει της Καίτης Οικονόμου, στα οποία δεν έχω υπερβεί ποτέ τις δύο ημέρες!

Β.Τ. Γράφεις αυτήν την περίοδο; και αν ναι θες να μας πεις τι γράφεις ;
Α.Μ. Όπως είπα και παραπάνω όταν κάτι με απασχολεί πολύ, τότε γίνεται μυθιστόρημα. Με απασχολούσε τον τελευταίο καιρό η σκέψη, εάν ένα μυθιστόρημα που είναι βασισμένο σε αληθινή ιστορία είναι καλύτερο από ένα καθαρής μυθοπλασίας και εάν αυτά που αναφέρουν ότι βασίζονται σε αληθινή ιστορία είναι πραγματικά έτσι ή όχι. Έτσι γεννήθηκε η «Δάφνη», η ιστορία μιας συγγραφέως που αναλαμβάνει να μου τα απαντήσει όλα αυτά μέσα από την περιπέτεια της. Η ιστορία είναι αστυνομική.

Β.Τ. Πιστεύεις πως το διαδίκτυο  βοηθά τη λογοτεχνία; και αν ναι με ποιον τρόπο;
Α.Μ. Το διαδίκτυο είναι απλά ένα εργαλείο επικοινωνίας. Ανάλογα με τον τρόπο που θα χρησιμοποιηθεί, μπορεί να ωφελήσει ή να βλάψει.  Τα πάντα εξαρτώνται από εμάς. Αξιόλογη λογοτεχνία υπήρχε και πριν το διαδίκτυο.

Β.Τ. Πιστεύεις συγγραφέας πρέπει να ζει έντονα και ακραία για να εμπνευστεί; Μια πληκτική ζωή τι επίδραση μπορεί να έχει στο έργο ενός συγγραφέα; Μόνο τα ρίσκα, οι εναλλαγές ή ο πόνος τροφοδοτούν την έμπνευση;
Α.Μ. Και πάλι θα πω αυτό που νιώθω ότι τελικά απαντάει σε πολλά, «Δεν είμαστε αυτό που μας συμβαίνει, αλλά αυτό που κάνουμε με αυτό που μας συμβαίνει». Όσα και να βιώσουμε, όσα και να μας συμβούν, όσο και να τολμήσουμε και να ρισκάρουμε στην ζωή μας για να έχει ενδιαφέρον, εάν δεν γνωρίζουμε πώς να διαχειριστούμε τα συναισθήματα μας, να τα κατανοήσουμε  και να τα διοχετεύσουμε  σε μια ιστορία, νομίζω ότι η έμπνευση δεν έρχεται. Από την άλλη, οι άνθρωποι με βαρετή ζωή έχουν περισσότερη ανάγκη από την φαντασία κι από την λογοτεχνία. Είτε την διαβάζουν, είτε την γράφουν. Άρα το ένα δεν έχει σχέση με το άλλο.

Β.Τ. Υπάρχει κάποιος λογοτέχνης που σε επηρέασε και θαυμάζεις; η κάποιο βιβλίο που επηρέασε την σκέψη και ζωή σου και κατά συνέπεια την συγγραφή σου;
Α.Μ. Μου αρέσουν πολύ οι γυναίκες συγγραφείς της Βικτωριανής εποχής (J.Austen, Ch.Bronte, E. Bronte, Gaskell, Woolf κλπ.) Σε εκείνη την εποχή, οι γυναίκες δεν είχαν πρόσβαση στην γνώση και στα βιβλία όπως έχουμε σήμερα. Δεν είχαν ιδιαίτερη υποστήριξη από την οικογένεια τους για την μόρφωση. Το αντίθετο μάλιστα, θεωρούσαν την συγγραφή αντρική ικανότητα και αποθάρρυναν τις γυναίκες να ασχοληθούν, επειδή θεωρούσαν ότι σπαταλούσαν τον χρόνο τους. Επομένως όλες αυτές που ξεχώρισαν από εκείνη την περίοδο και συνεχίζουν να έχουν ακόμη και σήμερα αναγνώστες που τις θαυμάζουν, το κατάφεραν επειδή πραγματικά αγαπούσαν την λογοτεχνία, κατέβαλαν πολύ προσωπικό κόπο για να καλλιεργήσουν το ταλέντο τους και το κατάφεραν επάξια γράφοντας διαχρονικά μυθιστορήματα.  
Το βιβλίο «Ένα δικό σου δωμάτιο» της Βιρτζίνια Γουλφ που μιλάει για την σχέση της γυναίκας, της δικής της εποχής, με την λογοτεχνία. Δεν είναι μυθιστόρημα, αλλά οι σκέψεις της για την γυναίκα και την λογοτεχνία κι έχουν πολύ ενδιαφέρον και έμμεσα νομίζω ότι επηρεάζουν τον τρόπο που βλέπω την λογοτεχνία κι εγώ.

Β.Τ. Πώς προέκυψε ο τίτλος του βιβλίου σου;
Α.Μ. Ο αρχικός τίτλος ήταν «Αυτήν την άνοιξη, εάν δε γίνεις πεταλούδα, χάθηκες» και είναι τα λόγια της μητέρας της βασικής ηρωίδας, όταν την συμβουλεύει να μην ξαναπέσει στην ίδια παγίδα της ψευδαίσθησης ασφάλειας που προσφέρει η οργανωμένη ζωή. Περιέχει μέσα όλο το νόημα της ανάγκης για αλλαγή και μεταμόρφωση στην κατάλληλη εποχή, όταν η ώρα φτάσει και δεν πάει άλλο. Επειδή ο τίτλος ήταν πολύ μεγάλος έγινε «Αν δεν πετάξεις, θα χαθείς» που περιείχε συνοπτικά το βασικό νόημα.

Β.Τ. Τι θα συμβούλευες έναν νέο συγγραφέα; Πιστεύεις πως στην χώρα μας δίνονται οι κατάλληλες ευκαιρίες σε νέους δημιουργούς να αναδείξουν το ταλέντο τους;
Α.Μ. Και εγώ νέα συγγραφέας είμαι. Θα μας συμβούλευα, λοιπόν, να διαβάζουμε πολύ, να γράφουμε πολύ και να επικοινωνούμε με τους άλλους συγγραφείς και να ανταλλάσουμε σκέψεις. Αν τα κάνουμε όλα αυτά κι η συγγραφή είναι στο αίμα μας, θα βρούμε τον δρόμο να μάθουμε περισσότερα και να εξελιχθούμε σε κάτι ολοένα και καλύτερο.
Σε ότι κάνουμε δεν πρέπει να περιμένουμε να μας δοθούν οι ευκαιρίες. Δεν έρχονται μόνες τους. Πρέπει να τις αναζητήσουμε εμείς. Έχουμε πολύ δρόμο μπροστά μας.

Β.Τ. Στις μέρες μας όλο και περισσότερα άτομα πάσχουν από κάποιου είδους ψυχολογική διαταραχή  όπως κατάθλιψη, αγοραφοβία, κρίσεις πανικού η από κάποιου είδους εξάρτηση.
Ποια είναι η γνώμη σου και τι θα συμβούλευες τα νέα άτομα που μπορεί να βιώνουν τέτοιες καταστάσεις;
Α.Μ. Δεν ξέρω πραγματικά. Δεν έχω όλες τις απαντήσεις κι αυτές είναι οι πιο δύσκολες γιατί ο καθένας μας πρέπει να τις αναζητήσει μόνος του. Πιστεύω ότι αυτό μας συμβαίνει γιατί έχουμε μια λανθασμένη εικόνα για το τι είναι σημαντικό στην ζωή. Ίσως θα συμβούλευα να έγκαιρα να αλλάξουν τον τρόπο που βλέπουν την πραγματική ζωή, γιατί εάν δεν πετάξουν, θα χαθούν.

Ολοκληρώνοντας πες μου, τι θα ήθελες να πεις στους αναγνώστες σου;
Να είναι ευλογημένοι που μου αφιέρωσαν τον χρόνο τους. Ότι παραπάνω έχω να πω, θα το βάζω κάθε φορά σε ένα νέο μυθιστόρημα.
Με τον συγγραφεα Μάριο Καρακατσάνη 
Share:

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου