Σάββατο 18 Ιουνίου 2016

Συνέντευξη με τον συγγραφέα Γιώργο Τζιτζικάκη

Αυτή την εβδομάδα, στο blog μας, φιλοξενούμε τον αγαπητό συγγραφέα Γιώργο Τζιτζικάκη.
B.T. Πότε ξεκίνησες να γράφεις και ποιο ήταν το έναυσμα;
Γ.Τ. Γράφω από τα δεκατέσσερα. Δεν είχα μια αρμονική παιδική ηλικία και ακόμη δυσκολότερα ήταν τα εφηβικά μου χρόνια. Οι λέξεις, οι ιστορίες και οι ήρωές μου, με βοηθούσαν να ξεφεύγω από τα ζόρια και αν μη τι άλλο αποτελούσαν μια εκτόνωση των κραυγών μου.
Β.Τ.  Πώς βρίσκεις τις ιδέες σου; Από πού αντλείς την έμπνευσή σου; Υπάρχει κάποιο μέρος, αντικείμενο, τραγούδι ή όλα αυτά μαζί, που πυροδοτεί την έμπνευση σου για συγγραφή;

Γ.Τ.  Μου αρέσει να ακούω ιστορίες, να γνωρίζω πολύ και διαφορετικό κόσμο και να παρατηρώ τους ανθρώπους, σε τρένα, μαγαζιά, πάρκα, δρόμους, μπορείς να πεις πως λειτουργώ κάπως κατασκοπευτικά. Όλοι έχουν κάτι να σου πούνε, ακόμα και με τη στάση του σώματός τους ή μια συμπεριφορά, κάποιο βλέμμα ή μερικά λόγια. Συνήθως σημειώνω πράγματα για να μεταφέρω αργότερα σε ιστορίες. Γράφω πάντα με μουσική καθώς ο ήχος βάζει σε ράγες τη σκέψη μου, ωστόσο, πότε δεν μπορούσα να γράψω μεθοδευμένα, να πω του εαυτού μου, κάτσε τώρα και δώσε μια ιστορία όπως τόσοι άλλοι που γράφουν, γιατί υπάρχει ένα κοινό που την περιμένει. Παραδέχομαι εκείνους που καταφέρνουν και δίνουν κάθε χρόνο ένα ολοκληρωμένο βιβλίο, στη δική μου περίπτωση όμως η έμπνευση είναι ένας άγγελος που φορές μου ψιθυρίζει στο αυτί τι να γράψω και άλλοτε σωπαίνει για μέρες.
Β.Τ.  Γιώργο, το τελευταίο σου βιβλίο «Τ' αηδονιού το δάκρυ», διαδραματίζεται στην όμορφη Κρήτη μας μιλώντας μας για δύο γενιές, όπου περίτεχνα δένεις παρελθόν και παρόν αλλά και χρησιμοποιείς την κρητική διάλεκτο. Πόσο δύσκολο είναι αυτό;
Γ.Τ. Δεν ήταν δύσκολο καθώς κατάγομαι από τα Χανιά και έχω ζήσει εκεί. Η Κρήτη κυλάει μέσα στο αίμα μου για πολλούς λόγους και είναι πάντα η βάση όπου θα επιστρέφω. Ήταν ένα μεγάλο μάθημα για εμένα το να γράψω ένα βιβλίο που θα αποτυπώνει τον χαρακτήρα και ορισμένα ήθη και έθιμα του ιδιαίτερου τόπου μου· πέρα όμως από το κρητικό στοιχείο που χαρακτηρίζει το βιβλίο, θέλησα να γράψω μια ιστορία για την αξία της ελληνικής περιφέρειας, τους ανθρώπους της και την επιστροφή στα χωριά και τις ρίζες μας. Το μεγάλο στοίχημα του βιβλίου, τόσο αυτό του παρόντος/παρελθόντος στη ροή του όσο και της ντοπιολαλιάς, ήταν να αρέσει στον κόσμο που θα διάβαζε το έργο, να μην τους μπέρδευε, και εντέλει να κατάφερνε να συνεπάρει τους αναγνώστες σε ένα ταξίδι δίχως να κουράσει. Αγκαλιάστηκε από τους αναγνώστες ως ένα από τα αγαπημένα τους βιβλία για το 2015, οπότε νομίζω πως κέρδισε το στοίχημα.
Β.Τ. Σε επηρεάζουν οι κριτικές των αναγνωστών σου; Θετικές ή όχι; Πώς αντιδράς στην κριτική, η οποία ενδεχομένως να 'ναι και αρνητική, αλλά πάντα καλοπροαίρετη;
Γ.Τ.  Ζούμε σε έναν ελεύθερο κόσμο, οπότε ο καθένας μπορεί να υποστηρίζει την άποψή του. Για εμένα αυτό είναι απολύτως φυσιολογικό και αποδεκτό. Λένε πως όταν αρέσεις σε όλους, τότε κάτι βρώμικο συμβαίνει, ευτυχώς όμως υπάρχουν χιλιάδες βιβλία που ικανοποιούν κάθε γούστο. Περισσότερο ωστόσο από μία κριτική, με απασχολεί να γνωρίζω όσους με έχουν διαβάσει, να συζητώ μαζί τους, να μου λένε τις εντυπώσεις ή τις ενστάσεις τους για το βιβλίο και γνωρίζοντάς με, να μαθαίνουν κι εκείνοι με ποιον έχουν να κάνουν, να βγάζουν τα συμπεράσματά τους για τον άνθρωπο που έχει γράψει το βιβλίο. Για εμένα είναι εξίσου σημαντικό εκείνος που διαβάζεις, να εφαρμόζει στη ζωή του όσα γράφει στις ιστορίες του και όχι να τα λανσάρει απλώς για να δείχνουν όμορφα στα στόματα των ηρώων του.
Β.Τ. Μέσα από το βιβλίο σου, υπάρχουν κάποια μηνύματα που επιδιώκεις να «περάσεις» στους αναγνώστες σου; Επίσης, υπάρχουν κάποια στοιχεία από σένα που έχεις «περάσει» στους ήρωές σου;
Γ.Τ. Δεν θέλω να το παίζω φιλόσοφος καθώς δεν είμαι. Γράφω ένα μυθιστόρημα βασισμένο σε σάρκινους χαρακτήρες και καθημερινές ζωές όμως, και επειδή πιστεύω ακράδαντα πως η ίδια η ζωή σε προικίζει με μια καθημερινή σοφία προσφέροντας σου διδάγματα, και δη στις δύσκολες στιγμές της, εξ ου και τα μηνύματα που αναδύονται από το βιβλίο. Φυσικά και υπάρχουν στοιχεία μου μέσα στους ήρωές μου. Όπως όλοι μας, έτσι κι εγώ έχω βιώματα τα οποία ξορκίζω γράφοντάς τα, αλλά και πολλά όνειρα που δεν έχω αγγίξει όμως τα χαϊδεύω μέσω των ηρώων μου. Κυρίως όμως, θέλω όσα με απασχολούν και έχω ως θέσεις στη ζωή μου, αξίες όπως η ελπίδα, η ευγένεια, η αξιοπρέπεια, η υπερηφάνεια, η αγάπη, η φιλία και πολλά ακόμα, να τα περνάω και στους ήρωές μου.
Β.Τ. Γιώργο, μέσα σε λίγες γραμμές περιέγραψέ μας τον εαυτό σου, τα μειονεκτήματα/πλεονεκτήματα που σε βοηθούν ή εμποδίζουν για να γράψεις και πώς σου αρέσει να περνάς τον ελεύθερο χρόνο σου.
Γ.Τ. Στα θετικά που με βοηθούν στο γράψιμο, τοποθετώ τη μεθοδικότητα, την εργατικότητα, το πολύ διάβασμα και τη συνεχόμενη γνώση. Στα αρνητικά τοποθετώ το γεγονός πως με αγχώνω και με ζορίζω μάλλον περισσότερο από όσο θα έπρεπε. Νομίζω στις μέρες μας όλοι το κάνουν λόγω της αστάθειας που επικρατεί γύρω μας. Επίσης, όταν κάτι γίνεται στο περίπου και με ψεγάδια, τότε προτιμώ καλύτερα να μη γίνει καθόλου· γι' αυτό και έχει συμβεί να μείνει βιβλίο μου στο συρτάρι για χρόνια ή να σκίσω πολλές σελίδες του για να το ξαναγράψω. Στον ελεύθερό μου χρόνο θα συναντήσεις φίλους, ήλιο, βόλτες με τη μηχανή, βινύλια, μουσική, συναυλίες, κινηματογράφο, διάβασμα, γυμναστική και καλό φαγητό.
Β.Τ.  Πόσο οργανωμένη είναι η βιβλιοθήκη σου; Μπορείς να βρεις εύκολα, ένα βιβλίο άμα το ψάχνεις; Επίσης προσέχεις τα βιβλία σου ή τα τσακίζεις, τα υπογραμμίζεις σε σημεία που σε ενδιαφέρουν και σημειώνεις πάνω σ' αυτά;
Γ.Τ. Αγαπώ τα βιβλία σε βαθμό λατρείας! Δεν τα τσακίζω γιατί γνωρίζω πόσο πολύ τα λαβώνει αυτό, τα διαβάζω με πολλή προσοχή, δεν τα ανοίγω τελείως για να μη σπάσω τη ράχη τους, παραδέχομαι όμως πως κάποια τα υπογραμμίζω. Τα υπογραμμισμένα είναι εκείνα που θα μείνουν στη βιβλιοθήκη μου, τα υπόλοιπα θα αλλάξουν χέρια σε φίλους. Το επάγγελμά μου κατά βάση για πολλά χρόνια ήταν βιβλιοδέτης, είχα ένα καλλιτεχνικό βιβλιοδετείο στο κέντρο της Αθήνας, οπότε έμαθα να φροντίζω το βιβλίο και να το αγαπώ ως κάτι ζωντανό που πάντα θέλει την αγκαλιά του. Τα αγαπημένα μου βιβλία λοιπόν, όσα μένουν στη βιβλιοθήκη μου γιατί δωρίζω και πολλά σε φίλους, δεν στέκονται απλά στα ράφια μου αλλά είναι δεμένα με δέρμα ή πανί, χρυσά, ασημένια ή μαύρα γράμματα και αποτελούν μια όμορφη και ζεστή γωνιά στο σπίτι μου.
Β.Τ. Διαβάζεις αυτόν τον καιρό, κάποιο βιβλίο; Είσαι αργός η γρήγορος αναγνώστης; Γενικά, πώς επιλέγεις τα βιβλία που αγοράζεις; Με βάση τον συγγραφέα, την υπόθεση ή από το εξώφυλλο;
Γ.Τ. Είμαι γρήγορος αναγνώστης και διαβάζω 2-3 διαφορετικά βιβλία ταυτόχρονα γιατί έτσι προσφέρω κάποια ξεκούραση στη σκέψη μου. Δεν ξεχνώ την ιστορία του ενός όταν την αφήνω, επανέρχομαι σε αυτή ανανεωμένος μάλιστα εφόσον έχω διαβάσει κάτι άλλο. Σήμερα πια λόγω χρόνου, δίνω 100 σελίδες σε κάθε βιβλίο για να μου αρέσει ή όχι. Αν δε με τραβάει, δεν έχω ενοχές να το παρατήσω καθώς θεωρώ τον χρόνο πολύτιμο αγαθό και νιώθω πως την ίδια στιγμή χάνω ένα άλλο υπέροχο βιβλίο. Δίνω ευκαιρίες κυρίως σε συγγραφείς που δε γνωρίζω και λυπάμαι που δεν έχω την οικονομική άνεση να παίρνω περισσότερα βιβλία. Αν δεν πάω στοχευμένα για κάποιο τίτλο στο βιβλιοπωλείο, τότε δίνω μια σχετική βάση στο οπισθόφυλλο, το επιλέγω όμως κυρίως ανοίγοντας τυχαία σε μια σελίδα και διαβάζοντας μερικές αράδες. Δε μου λέει απολύτως τίποτα ένα εξώφυλλο. Όπως έχουν γίνει τα εξώφυλλα των βιβλίων σήμερα, θεωρώ πως υστερούν αισθητικής (με κάποιες εξαιρέσεις ευτυχώς!).
Β.Τ. Το επόμενο διάστημα θα κυκλοφορήσει το νέο σου βιβλίο, θα 'θελες να μας πεις κάτι για την πλοκή;
Γ.Τ. Το βιβλίο που έρχεται θα ξετυλίξει στους αναγνώστες έναν υπόγειο κόσμο νύχτας που αναλαμβάνει δράση στις σκιές. Είναι η ιστορία ενός ανθρώπου που από πολύ μικρός έχασε τα πάντα, ακόμα και τον ίδιο του τον εαυτό κάποια στιγμή, και πήρε αρκετά λάθος μονοπάτια (όπως πολλοί από εμάς πήραν κάποτε στη ζωή τους). Αυτός ο ήρωας σήμερα, ως άνθρωπος του νύχτας, θεωρεί πως δεν υπάρχει πλέον σωτηρία για τον ίδιον και το μόνο που του απομένει είναι ένα δράμι αξιοπρέπειας και δύναμης, για να διεκδικήσει μια λύτρωση για την ψυχή του. Το πράττει συγκρουόμενος με έναν ολόκληρο υπόκοσμο, αποτολμώντας να σώσει τρεις γυναίκες από τα δίχτυα της νύχτας. Θα το χαρακτήριζα ως ένα αντι-αστυνομικό μυθιστόρημα, αφήνει όμως μεγάλο μερίδιο στη νοσταλγία που έχει κάποιος για τα παιδικά του χρόνια και επιχειρεί να εξηγήσει πως παρά τη σκληρότητα της ζωής, κάποιος που επιθυμεί, μπορεί να διαφυλάξει εντός του τα τρυφερά μέρη της καρδιάς του. Εν κατακλείδι, με το βιβλίο αυτό, ελπίζω να ταυτιστούν πολλοί αναγνώστες που ζούνε ζωές υπό συμβιβασμό, ζωές τις οποίες θέλουν να αλλάξουν. Ελπίζω διαβάζοντας την ιστορία, να αναζητήσουν την κρυμμένη τους δύναμη, αυτή τη δύναμη  που γνωρίζει ο καθένας ότι κουβαλάει μέσα του, που δοκιμάζεται σε καταστάσεις εξαιρετικής πίεσης και που κάποτε εκρήγνυται για να αλλάξει τη ζωή του.
Β.Τ. Πιστεύεις πως το διαδίκτυο βοηθά τη λογοτεχνία; Και αν ναι με ποιον τρόπο;
Γ.Τ. Το διαδίκτυο με τα blogs, τις ιστοσελίδες, και τις ομάδες βιβλίων του Facebook, αποτελούν το σύγχρονο λογοτεχνικό περιοδικό της εποχής μας και όχι μόνο. Δημιουργεί ρεύματα, συστήνει νέες πένες, ενώνει ανθρώπους που αγαπούν τη λογοτεχνία, φτιάχνει συντροφιές, δωρίζει βιβλία σε ανθρώπους που δεν έχουν τη δυνατότητα να τα αγοράσουν, όλα αυτά και ακόμη περισσότερα που ξεχνάω, είναι εξαιρετικά σημαντικά για τα βιβλία και τη λογοτεχνία. Και όπως το διαδίκτυο βοηθά τα βιβλία, βοηθά και νέους μουσικούς, νέους ηθοποιούς, νέους ζωγράφους, όλο το φάσμα των καλλιτεχνών που θέλουν να κοινωνήσουν ευρύτερα την τέχνη τους με τον κόσμο. Σε μια εποχή που πολλά είναι στάσιμα, είναι καίριο να υπάρχουν τέτοια λίκνα πολιτισμού.
Β.Τ. Πιστεύεις, ο συγγραφέας πρέπει να ζει έντονα και ακραία για να εμπνευστεί; Μια πληκτική ζωή τι επίδραση μπορεί να έχει στο έργο ενός συγγραφέα; Μόνο τα ρίσκα, οι εναλλαγές ή ο πόνος τροφοδοτούν την έμπνευση;
Γ.Τ. Τώρα πέφτεις στην περίπτωση! Κάποιος που έχει ζήσει και τα δύο λοιπόν, τόσο την ένταση μιας ζωής όσο και την ηρεμία, γνωρίζει ποια σαγήνη και ποια γνώση βρίσκει στο κάθε ένα από αυτά τα ημισφαίρια ζωής.  Αυτό που κάποιος ονομάζει πλήξη, άλλος το καθαγιάζει ως αρμονικότητα και αυτό που ένας βλέπει ως ακραίο, για κάποιον τρίτο είναι μια καθημερινότητα. Ο συγγραφέας θεωρώ αν μη τι άλλο, θα πρέπει να είναι στο μέτρο των δυνάμεών του βιωματικός, να είναι άριστος τεχνίτης της γλώσσας και να έχει φαντασία τόσο δημιουργική και ικανή που θα πείθει πως όσα γράφει του έχουν συμβεί, τα έχει δει και τα έχει βιώσει. Αν το καταφέρει αυτό, αν δηλαδή κανένας δεν ξεχωρίζει τη μυθιστορία και διαβάζοντάς την, την εισπράττει ως αλήθεια, τότε βρίσκεται στον σωστό δρόμο.
Β.Τ. Τι θα συμβούλευες έναν νέο συγγραφέα; Πιστεύεις πως στην χώρα μας δίνονται οι κατάλληλες ευκαιρίες σε νέους δημιουργούς να αναδείξουν το ταλέντο τους;
Γ.Τ.  Όχι, δε νομίζω πως οι πόρτες για έναν νέο συγγραφέα ανοίγουν εύκολα, πόσο μάλλον μέσα στα χρόνια της κρίσης. Το ταλέντο όμως με την επιτυχία είναι δύο έννοιες συχνά αντίρροπες. Αν σε ενδιαφέρει να προβάλλεις το ταλέντο σου, να πεις ήρθα, εγώ είμαι, δείτε με, διαβάστε με, τότε μπορείς να το κάνεις εύκολα με το να είσαι άριστος δημοσιοσχεσίτης, να κάτσεις πλάι στα κατάλληλα άτομα για τις φωτογραφίες, να γίνεις μέρος της αυλής τους και εκείνοι μπορεί και να σε πάνε εκεί που θες. Να θυμάσαι όμως πως με την ίδια "αγάπη" τους θα σε καταβαραθρώσουν στο μέλλον. Αν αυτό απασχολεί έναν νέο συγγραφέα τότε δεν έχω κάποια συμβουλή να του δώσω. Αν όμως τον απασχολεί να παραμείνει ταπεινός, μακριά από ματαιοδοξίες, να γράψει και να κοινωνήσει την ιστορία του με τον κόσμο δίχως κραυγαλέες συμπεριφορές, και να μην αλλάξει με την όποια επιτυχία θα έρθει, τότε η συμβουλή που του δίνω είναι να διαβάζει δέκα φορές περισσότερες από όσο γράφει, να πιστεύει στις δυνάμεις του, να δοκιμάζει τεχνικές, να μην απογοητευτεί ποτέ πως δεν θα καταφέρει να εκδώσει ένα βιβλίο του και να συνεχίζει να προσπαθεί ώσπου να πετύχει το στόχο του.
Ας κλείσουμε με ένα αγαπημένο σου απόσπασμα, απόφθεγμα η ποίημα. Το απόσπασμα, μπορεί να είναι και δικό σου.
Ένα είναι το μότο μου εδώ και χρόνια, αυτό συμβουλεύω τον κόσμο και αυτό προσπαθώ κι εγώ να ακολουθώ καθημερινά στη ζωή μου: «Να γελάτε δυνατά να σπάνε τα άσχημα, να ρισκάρετε για τα απίθανα και να ζείτε τις στιγμές πριν αυτές τελειώσουν».
©Νάντια Βαβάση 2016
Share:

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου