Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Μαίρη Κόντζογλου. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Μαίρη Κόντζογλου. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Παρασκευή 25 Αυγούστου 2017

Άποψη: Οι Μαγεμένες (Las Incantadas) - Μαίρη Κόντζογλου



Οι μαγεμένες (Las Incantadas) - Μαίρη Κόντζογλου

Ένα ταξίδι στην ιστορία των Μαγεμένων της Θεσσαλονίκης μας που μεταφέρθηκαν στο μουσείο του Λούβρου το 1864 από τον Γάλλο παλαιογράφο Εμμανουέλ Μιλέρ, που τα αγόρασε από την τουρκική κυβέρνηση λες και ήταν ιδιωτική περιουσία. 

12 Νοεμβρίου του 1864, η ημέρα που ο Μιλέρ διέλυσε το μνημείο και μετέφερε τα μέλη του στο πλοίο “La muette”.
Πέντε χρόνια μετά, το 1869, με διαταγή του Ναπολέοντα Γ’ οι" Μαγεμένες" και τα 5 κιονόκρανα και τμήματα του διαζώματος μεταφέρθηκαν στο Μουσείο του Λούβρου, όπου γίνονται γνωστά ως τα Ελγίνεια της Θεσσαλονίκης.


Ιστορία, μυθοπλασία, πατριωτισμός, έρωτας, ανατροπές, ένταση δεμένα με την αριστοτεχνική γραφή της Κας Κόντζογλου.
Ένα ταξίδι πίσω στο χρόνο για να μας συστήσει τις "Μαγεμένες", που αρκετοί νεοέλληνες αγνοούν την ύπαρξη τους , ενώ άλλοι φευγαλέα έχουν ακούσει κάποια στιγμή στη ζωή τους μια αναφορά για αυτές χωρίς να ξέρουν κάτι περισσότερο και πολλοί λίγοι ξέρουν την πραγματική ιστορία τους.
Μια ιστορία που η συγγραφέα μας φέρνει στο προσκήνιο γνωρίζοντας μας τον Νταβίντ έναν εβραίο έμπορο που κατοικεί στο σπίτι που είναι δίπλα στις "Μαγεμένες" και έχει δώσει όρκο να προστατέψει το μνημείο. Η μικρότερη του κόρη, η Αννίκα, αγαπά τις τέχνες, τα γράμματα και θέλει να μαθαίνει όσο το δυνατόν περισσότερα. Ο πατέρας της το αντιλαμβάνεται και με τον τρόπο του προσπαθεί να διευρύνει η Αννίκα τις γνώσεις της γιατί τη θεωρεί πολύ καλύτερη και από δέκα γιους. Παρόλο που τα ήθη και τα έθιμα της εποχής εκείνης υποχρεώνουν τις γυναίκες να γνωρίζουν μόνο ότι αφορά το νοικοκυριό, το πλέξιμο και το μεγάλωμα των παιδιών.

Ο Νταβίντ έχει στη δούλεψη του και ένα παραγιό, τον Νικόλα, που είναι άξιος και πολλές φορές τον βλέπει σα τον γιο που δεν απέκτησε ποτέ παρόλο που έχει την Αννίκα του. Η εμπιστοσύνη του Νταβίντ προς τον Νικόλα είναι τέτοια που τον έστελνε για να κλείνει δουλειές αντί εκείνον.  Ο Νικόλας είναι ερωτευμένος με την Αννίκα και βλέπονται κρυφά με τη βοήθεια του γάτου του, Λευτέρη, γιατί δεν πρέπει να μαθευτεί ότι αγαπιούνται, υπάρχουν πολλά ζητήματα της εποχής που δεν τους επιτρέπουν να είναι μαζί αλλά οι καρδιές τους, καιρό τώρα χτυπούν σα να είναι μια.

Και μέσα σε όλα θα γνωρίσετε τον Αλέξανδρο, μεγαλωμένος στην Γαλλία, θα γίνει ο καλύτερος φίλος του Νικόλα και μαζί με άλλους θα εναντιωθούν στον Μίλερ που ήθελε να πάρει το μνημείο από την Θεσσαλονίκη.
Ο Αλέξανδρος, από την στιγμή που πάτησε το πόδι του στη Θεσσαλονίκη έμοιαζε σα να ήταν εκεί και να μην ήταν. Και σε αυτό έπαιξε μεγάλο ρόλο ο πατέρας του, που μισούσε και ζήλευε τον γιο του. Και αυτό είχε ξεκινήσει από όταν ήταν μικρός, για την σχέση που είχε ο Αλέξανδρος με τη μητέρα του και τους παππούδες του, τη μόρφωση που του δόθηκε ενάντια στη δική του επιθυμία.
Γιατί θα προτιμούσε να τον είχε κοντά του ώστε να τον μάθει τα πάντα για το εμπόριο, ώστε να τον αφήνει στο πόδι του όταν χρειαζόταν και ίσως εκείνος να έχει το ελεύθερο να κάνει άλλες δουλειές που δεν ήθελε να γνωρίζει κανείς με μεγαλύτερη ευκολία (;). 

Ένα βιβλίο που οι σελίδες γυρνούν μόνες τους, διαβάζεις και γνωρίζεις τον τρόπο που ζούσαν εκείνη την εποχή με τα θετικά, τα αρνητικά, τις διάφορες κουλτούρες, την καταπίεση και την δίψα για ελευθερία.
Αλλά και την αγωνία των συναντήσεων που έκαναν οι επαναστάτες μέχρι να φτάσουν στο σημείο της συνάντησης αλλά και όταν έφευγαν, το βάρος των αποφάσεων που καλούνταν να πάρουν. Πόσο δύσκολο ήταν εκείνο το δίλημμα να προδώσουν την επανάσταση που προετοίμαζαν χρόνια πριν ή να σώσουν το μνημείο που και αυτό τους πονούσε γιατί ήταν κομμάτι τους;
 
Το βιβλίο της Κας Κόντζογλου διαβάζοντας το θα σας επιτρέψει να γνωρίζετε ένα κομμάτι της ιστορίας μας, που αξίζει να ψάξετε περισσότερο, να βιώσετε τα συναισθήματα και τις αγωνίες εκείνης της εποχής αλλά και να γνωρίσετε την καθημερινότητα των ανθρώπων που ζούσαν τότε, γι' αυτά αλλά για την μοναδική πένα της αξίζει να το διαβάσετε!

Αναστασία Πέρρου

Share:

Τετάρτη 12 Απριλίου 2017

Οι Μαγεμένες (Las Incantadas) - Μαίρη Κόντζογλου

Ένα νέο βιβλίο "Οι Μαγεμένες"  από την Μαίρη Κόντζογλου, εμπνευσμένο από τις Μαγεμένες, τις «Καρυάτιδες της Θεσσαλονίκης»

http://www.metaixmio.gr/products/3773--las-incantadas.aspx


ISBN: 978-618-03-0987-4
Σελίδες: 528

Στο βιβλίο υπάρχει τυπωμένο ένα qr code έτσι ώστε, χρησιμοποιώντας το tablet ή το smartphone σας, να ταξιδέψετε μαζί με τη συγγραφέα στον κόσμο του μυθιστορήματος μέσα από φωτογραφίες, μουσικές, ιστορίες από την πόλη που πίστευε σε τρεις θεούς…

Το μόνο που χρειάζεστε είναι ένα smartphone ή tablet με κάμερα και το σχετικό app!

Κατεβάστε δωρεάν το app:
Για Android - http://bit.ly/2e40uq8
Για ipad - http://apple.co/2eiiRXP
Γρήγορες οδηγίες για σκανάρισμα του κωδικού: http://bit.ly/2eoKLw0




 Λίγα λόγια για το βιβλίο

Θεσσαλονίκη, στα βάθη των αιώνων: Μια βασίλισσα ερωτευµένη παράφορα µε τον Μεγαλέξανδρο τρέχει µες στη νύχτα να συναντήσει τον εραστή της. Τα µάγια του απατηµένου συζύγου της όµως θα µαρµαρώσουν αυτή και τη συνοδεία της. Οι µορφές τους θα µείνουν για πάντα στη Στοά των Ειδώλων.
Περίπου χίλια οχτακόσια χρόνια αργότερα, στην ίδια πόλη, που οι κάτοικοί της λατρεύουν τρεις θεούς και µιλάνε αµέτρητες γλώσσες, ο παλαιογράφος Εµµανουέλ Μιλλέρ επιχειρεί, µε τη συγκατάθεση του Σουλτάνου, να ξεριζώσει το αρχαίο µνηµείο των «Μαγεµένων» και να τις πάει στη Γαλλία, να κοσµήσουν τα ανάκτορα και τα σπίτια των ευγενών.
Στην προσπάθειά του όµως αυτή, θα βρεθεί αντιµέτωπος µε µια χούφτα ξεχωριστούς ανθρώπους: Τη Χάννα και τον Νικόλα, δυο ερωτευµένα παιδιά, που αγωνίζονται για τη µαταίωση της αρπαγής του µνηµείου, ενώ παλεύουν για το δικαίωµά τους στην αγάπη. Τον γλύπτη Αλέξανδρο ∆ηµητριάδη, που εµπνέεται από τους νεαρούς του φίλους, και ρίχνεται στη µάχη µε αυτοθυσία. Και τον Νταβίντ εφέντη, τον αρχαιολάτρη Εβραίο, που δίνει τον δικό του αγώνα ενάντια στην εποχή, τη φυλή του και την κοινωνία, προσπαθώντας να κρατήσει κοντά τους τις «Μαγεµένες» και να αποτρέψει την επανάληψη µελλοντικών διωγµών.
Μια σαγηνευτική ιστορία, βασισµένη σε αληθινά γεγονότα, που σκαλίζεται µε έρωτα και αίµα στα βυζαντινά τείχη, στα υγρά λιθόστρωτα, στις συναγωγές, στα παζάρια και στα γεµάτα θρύλους και ατµούς χαµάµ της Σαλονίκης.

http://www.metaixmio.gr/products/3773--las-incantadas.aspx

Απόσπασμα από το βιβλίο

«Το κορίτσι άγγιξε και πάλι τα χείλη του με τα δικά της σηκώνοντας τις μύτες των ποδιών της. Τα λεπτά έτρεχαν παραπατώντας στην υγρασία, δυο λεπτά, μόνο δυο λεπτά είχαν ακόμα στη διάθεσή τους και θα χώριζαν. Όλος ο έρωτας μετατρεπόταν σε θάρρος και της έδινε δύναμη, μπορεί να ήταν μικροκαμωμένη, αλλά τώρα αισθανόταν ψηλή και δυνατή, ο έρωτας είχε κάνει φτερά να φυτρώσουν στις πλάτες της μεγάλα, τεράστια φτερά, για μια στιγμή πίστεψε πως ήταν ίδια με εκείνη τη μορφή σε μια από τις στήλες − την αγέρωχη, στητή μορφή, που έμοιαζε λες και μόλις είχε κατέβει από τον ουρανό, τόσο ζωντανές ήταν οι φτερούγες της.
  “Άργησες…” επανέλαβε αμήχανα, χίλια πράγματα είχε να του πει και όμως τώρα όλα χάνονταν, έσβηναν πάνω στους δείχτες του ρολογιού και της έμενε μόνο τούτη η λέξη, άργησες, και ένα παράπονο που ποτέ δεν θα φανέρωνε. Θα μπορούσαν άραγε ποτέ να βρεθούν, να μιλήσουν, να κοιταχτούν, να αγγιχτούν σαν ελεύθεροι άνθρωποι;»

Το βιβλίο θα κυκλοφορήσει απο τις εκδόσεις Μεταίχμιο


~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

Update 27/04/2017

Απόσπασμα από το βιβλίο.

"Καθημερινά, πολύς κόσμος μπαινόβγαινε στο μαγαζί, έμενε για λίγο ή περισσότερο, έκανε δουλειά ή σαχλαμάριζε, άφηνε κέρδος ή χασούρα. Δεν ήταν μόνο οι εφτά υπάλληλοι του εμπορικού που ξημεροβραδιάζονταν εκεί και ανεβοκατέβαιναν ακάματοι την ξύλινη σκάλα που έτριζε παράφωνα σε κάθε βήμα. Ήταν και οι χαμάληδες και οι αραμπατζήδες που έφερναν ή έπαιρναν εμπορεύματα από το μαγαζί· οι πελάτες, οι προμηθευτές, οι ναυτικοί πράκτορες, οι νταήδες που προστάτευαν την αγορά, τα εμπορεύματα και τα αλισβερίσια, οι νταήδες του λιμανιού που περνούσαν καμιά φορά για να υπενθυμίζουν την παρουσία τους, οι ζαπτιέδες που ζητούσαν το καθιερωμένο τους μπαξίσι, είτε για να προσφέρουν υπηρεσίες είτε για να κάνουν τα στραβά μάτια.
Όμως και γανωτήδες περνούσαν και στέκονταν, σιδεράδες, μαραγκοί, χτίστες, το οίκημα και ο εξοπλισμός του μαγαζιού απαιτούσαν επισκευή και συντήρηση. Έφταναν και τερζήδες, που έφερναν τα ρούχα του Περικλή –αν και δεν διέθετε πολύ χρόνο για τέτοια, ο πατέρας του ήταν κομψός και καλοντυμένος–, σαράφηδες για να πάρουν την προμήθειά τους, να φέρουν καλά ή κακά οικονομικά νέα. Εκεί, στη γωνιά του μαγαζιού τους, έπαιρναν θέση και οι τελάληδες, που ήθελαν να δημοσιοποιήσουν κάποιο γεγονός ή να μεταφέρουν τις οδηγίες των Αρχών της πόλης"
__________________________________

Update 4/05/2017

Απόσπασμα από το βιβλίο.
Το πυκνό πέπλο έπεσε πάνω στα μαλλιά, έτρεμαν τα δάχτυλά της καθώς το κατέβαζε να καλύψει και το πρόσωπο. Η δούλα στάθηκε μπροστά να της κόψει τον δρόμο και προσπάθησε να ορθώσει το καμπουριασμένο σώμα της.
«Μείνε, κυρά» την παρακάλεσε, την είχε μεγαλώσει από μικρό παιδί και την πονούσε σαν δικό της και παραπάνω.
Έκανε μια αγανακτισμένη κίνηση η βασίλισσα και στο φως του λυχναριού που κρατούσε η παραμάνα, η σκιά της πλανήθηκε στον τοίχο, σκάλωσε στον μεγάλο καθρέφτη και ύστερα γλίστρησε, έπεσε στο μαρμάρινο πάτωμα.
«Μείνε» επέμενε και χίλιες ρυτίδες έσμιξαν πάνω στα μάγουλα της. «Κάτι κακό θα γίνει σήμερα, το νιώθω! Στο τάσι που πλύθηκες το πρωί, σαν έχυσα το νερό μετά, σημάδια ίδια με δάκρυα είχαν σχηματιστεί στ’ ασήμι. Το ξέρεις δα πως κάθε μέρα κοιτάω τα σημάδια για σένα, είναι που …»
Η φωνή της γυναίκας, παράξενα βραχνή , σύρθηκε κάτω από το πέπλο και διέκοψε άγρια την παραμάνα.
«Πάψε, ανόητη! Ο Αλέξανδρος δεν φάνηκε απόψε και κοντεύω να τρελαθώ. Αν δεν νιώσω την ανάσα του στο κορμί μου απάνω θαρρώ πως θα μου φύγει η ψυχή. Έλα, μπρος, πάμε!!» τυλίχτηκε στον σκοτεινό μανδύα και την έσπρωξε απότομα.
Share: